Μια ομάδα που βγάζει ένα περιοδικό για πανω από δέκα χρόνια (αν ξέρετε κι άλλη πείτε μας), κάποια στιγμή μαθαίνει να βλέπει τις κανονικότητες που διέπουν την έκδοσή του. Για παράδειγμα, δείτε το περιοδικό antifa και το διαρκές πρόβλημα που λέγεται «τεύχος Ιουλίου». Πρόβλημα, γιατί το τεύχος Ιουλίου δεν το διαβάζει κανένας: όλοι είναι απασχολημένοι πώς να χωρέσουν τα βατραχοπέδιλα στο σακίδιο, που τι να τα κάνουν τα βατραχοπέδιλα, αφού για σαιζόν πάνε, καλύτερα να προσπαθήσουν να χωρέσουν καμιά κατσαρόλα γιατί αλλιώς θα καταλήξουν να τρώνε μόνο πακοτίνια με κέτσαπ. Κι άλλο πρόβλημα, γιατί για κάποιο λόγο, τα τεύχη Ιουλίου πάντα μας βγαίνουν λιγάκι καλύτερα από τα υπόλοιπα, και μετά κλαίμε που δεν τα διάβασε κανένας. Φέτος έχουμε κι ένα επιπλέον πρόβλημα. Επιτέλους, όχι μόνο έχουμε site της προκοπής, αλλά και οι ανίκανοι εχθροί μας έχουν φροντίσει ώστε αυτό το site να γίνει μισοviral. Οπότε, μήπως να παρατήσουμε τα έντυπα και τα τυπογραφεία; Μήπως να σταματήσουμε να πληρώνουμε για να τυπωθούν τεύχη που δεν τα διαβάζει κανένας; Μήπως να μετατραπούμε στο σημερινό αντίστοιχο του καταραμένου ποιητή, δηλαδή σε αμφιλεγόμενους μπλόγκερς;
Για να μη νομίζετε ότι δε συζητάμε τη σχέση του ηλεκτρονικού με τον έντυπο λόγο, μάθετε τα εξής: το έντυπο δεν το παρατάμε με τίποτα. Πρώτον, γιατί το χαρτί οργανώνει τον γραπτό λόγο σε υλική μορφή: το αποτέλεσμα είναι μια κλειστή αφήγηση φτιαγμένη από αφηγήσεις, προικισμένη με στιγμιαία πρόσβαση (μπορείτε, χρησιμοποιώντας το pdf, να πάτε από τη σελίδα 2 στη σελίδα 29 σε ένα δέκατο του δευτερολέπτου;). Bρίσκουμε πως αυτή η οργάνωση του γραπτού λόγου σε υλική μορφή είναι προς το παρόν αδύνατον να αναπαρασταθεί μέσω καλωδίων. Δεύτερον, γιατί η δουλειά που απαιτείται για να βγεί το χαρτί και να διανεμηθεί, είναι μια δικλείδα ασφαλείας απέναντι στο τεχνοσακάτεμα: όποιος δουλεύει για κάτι, το πονάει αυτό το «κάτι», ακόμα κι αν η «δουλειά» είναι να τραβηχτείς μέχρι το περίπτερο και να στάξεις ενάμισι ευρώ. Μάλιστα, το ίδιο πράγμα, ειδωμένο από την άλλη μεριά (του παραγωγού), γίνεται ακόμη σαφέστερο: κάποιος που έχει κάνει τη δουλειά (πρόκειται κυρίως για κουβάλημα) που χρειάζεται για να φτάσει το χαρτί στα χέρια που πρέπει, τα πονάει αυτά που γράφει το χαρτί. Και αντιστρόφως: κάποιος που κάνει συστηματικά τη δουλειά που απαιτείται για να φτάσει το τυπωμένο χαρτί στα χέρια που πρέπει, μαθαίνει να γράφει τους μπλόγκερς και τις απόψεις τους εκεί που πρέπει να γράφονται οι μπλόγκερς και οι απόψεις τους.
Τρίτον, γιατί το χαρτί καθυστερεί, οπότε προλαβαίνεις να ξανασκεφτείς τις μαλακίες σου προτού τις δημοσιεύσεις. Και πάει λέγοντας, αλλά το νόημα το πιάσατε: η προσήλωση στον ηλεκτρονικό λόγο είναι, νομίζουμε, εθισμός και όχι προσήλωση, είναι αχαλίνωτος ατομισμός και όχι συλλογική πολιτική έκφραση. Αυτόν τον εθισμό των αχαλίνωτων ατομικοτήτων, αυτή την επίμονη αυτιστική ψευδαίσθηση ότι μπορεί να υπάρχει πολιτική δίχως οργάνωση της εργασίας, δηλαδή πολιτική δίχως πολιτική, αυτούνο είναι που ονομάζουμε τεχνοσακάτεμα.
Το χαρτί, από την άλλη, είναι επίδειξη οργανωτικών δυνατοτήτων. Γι’ αυτό άλλωστε και δεν λαμβάνουμε ποτέ υπ’ όψη ανθρώπους που δεν μπορούν να τυπώσουν χαρτί, επιμένουν όμως να παριστάνουν πως διαθέτουν κάποιο πολιτικό βάρος. Αν διέθεταν πολιτικό βάρος, θα διέθεταν και τις οργανωτικές δυνατότητες που απαιτούνται για να τυπώσουν χαρτί. Μάλιστα, αν κάποιος καταντάει να πατάει κουμπάκια μόνος του, είναι ακριβώς επειδή δε διαθέτει κανένα πολιτικό βάρος.
Τέλος πάντων. Αφού λοιπόν στηρίζουμε τα έντυπα, πρέπει να στηρίξουμε και το κακόφημο τεύχος Ιουλίου. Και το στηρίζουμε, με διάφορους τρόπους. Πρώτα ο γραφίστας. Αυτός ο άνθρωπος, δίχως να το πει σε κανέναν, φτιάχνει παράδοση, εγκαταλείποντας κάθε Ιούλη το κανονικό στήσιμο του εξωφύλλου. Το κάνει μια φορά το χρόνο και πιστεύει ότι θα περάσει απαρατήρτητος. Αλλά εμείς τον παρατηρήσαμε.
Μετά οι γραφιάδες. Φτιάχνουμε εξώφυλλο που είναι ακατανόητο για όποιον δεν διαβάζει το μισοviral site, και το επισημαίνουμε στο εσωτερικό, ώστε όποιος ακόμη δεν επισκέπτεται το μισοviral site, να πάει να το επισκεφτεί, και όποιος το επισκέπτεται, να πάει να αγοράσει το έντυπο.
Τέλος η εκδοτική ομάδα. Σε αυτό το τεύχος περιλαμβάνεται το έκτο και τελευταίο κεφάλαιο της σειράς κειμένων «Το Πείραμα», με τίτλο «Στο μυαλό του Liu He». Αποφασίσαμε να συμπεριλάβουμε αυτό το κείμενο αποκλειστικά στην έντυπη μορφή, και όχι στο μισοviral site, για να στείλουμε ένα μηνυματάκι. Το μηνυματάκι πάει ως εξής: μια χαρά τα διαβάσατε όλοι οι τεχνοσακατεμένοι τζάμπα και σε χρήμα και σε χρόνο, μια χαρά τα είπατε για δικά σας, μια χαρά τα βρίσατε, αλλά ξέρετε τι; Δε σας τα χρωστάγαμε ρε! Έτυχε να μπορείτε να τα διαβάζετε τζάμπα· αναγκαστήκαμε να τα ανεβάζουμε στο διαδίκτυο για λόγους εσωτερικούς και οργανωτικούς, που βρίσκονταν πέρα από τον έλεγχό μας. Δε σας χρωστάμε εμείς λεβέντες! Εσείς μας χρωστάτε, και κοιτάχτε να τραβηχτείτε στο περίπτερο να ξεπληρώσετε το χρέος σας. Με ενάμισι ευρώ και λίγο περπάτημα. Ως εργασία, αμελητέα. Ως τρόπος ζωής, δυσβάσταχτος για τεχνοσακατεμένους.
Οπότε τα μηνύματα στάλθηκαν, τους τεχνοσακατεμένους τους βρίσαμε, τη γνώμη μας για το χαρτί την εξηγήσαμε, η ήρα από το στάρι θα ξεχωρίσει μέσω περπατήματος στο περίπτερο, όλα κομπλέ. Απομένει να περιγράψουμε την ύλη. Λοιπόν, ετούτο το κακόφημο τεύχος Ιουλίου, αναλύει τους τρόπους ξεπλύματος της αριστεράς μετά την κατάφαση στη χούντα, αναδεικνύει το «κίνημα black lives matter» ως αυτό που είναι, εξιστορεί τρόπους επιβίωσης αυτόνομων στην καραντίνα, συνδέει ψηφοδέλτια επικρατείας της ΝΔ με κοιτάσματα πετρελαίου και μαθηματικά μοντέλα, εξισώνει βυζαντινούς ιστορικούς με σύγχρονους επιδημιολόγους, ψυχαναλύει τους μασκοφόρους συμπολίτες μας, σχολιάζει τη διπλωματική εργασία του υπουργού ψηφιακής μεταρρύθμισης στο MIT, και εξηγεί γιατί ο Σύριζα και οι ρουφιάνοι του δεν θα έπρεπε να έχουν κανένα πρόβλημα με το «νόμο για τις διαδηλώσεις».
Ως συνήθως, μόνο με ενάμισι ευρώ.
Και με λίγο περπάτημα.
Και με έναν κάποιο κίνδυνο να κολλήσεις από τον περιπτερά, ο οποίος κίνδυνος καταγράφεται στα θετικά, γιατί οι αυτόνομοι γουστάρουν να ζουν με ρίσκο (ή διαλέξτε περιπτερά που να δέχεται POS και ψεκάστε το έντυπο με μανία – μετά που το αγοράσετε, ό,τι θέλετε το κάνετε).