Τελικά ποιος διάολο ανέβασε τα ενοίκια;
Το κράτος και οι ιδιοκτήτες φίλοι του, ποιος άλλος;
Μια κοινή εμπειρία
Μάλλον έχει συμβεί και σε εσάς, έτσι δεν είναι; Το λοιπόν τα τελευταία χρόνια, και ειδικά από τον covid και έπειτα, χιλιάδες από εμάς που ζούμε σε αυτή την όμορφη πόλη και που η μόνη μας επιλογή για να στεγαστούμε (είτε μόνοι μας, είτε ως οικογένεια, κ.ο.κ.) είναι το νοίκι, ερχόμαστε αντιμέτωποι και αντιμέτωπες με μια άκρως στριμόκωλη και εξοργιστική κατάσταση. Ιδιοκτήτες ακινήτων με ύφος χιλίων καρδιναλίων, μας ζητούν τον ουρανό με τα άστρα για να μας νοικιάσουν το κάθε απίθανο χρέπι τους, αφού πρώτα μας έχουν περάσει από κόσκινο.
Αφού λοιπόν περάσουμε μια διαδικασία η οποία μοιάζει σαν κάτι μεταξύ συνέντευξης για δουλειά και ανάκρισης και δώσουμε πλήρη αναφορά (δουλειά, ύψος μισθού, εθνικότητα, οικογενειακή κατάσταση, τα πάντα…) ερχόμαστε τελικά σε… «συμφωνία» με τον εκάστοτε ιδιοκτήτη. Και τότε είναι που ξεκινάνε τα πακέτα: Το υπέρογκο νοίκι τρέχει, οι λογαριασμοί επίσης, ο μισθοί, όσες δουλειές και να κάνουμε, όσο… «καλοί» και να είναι, συμπληρωμένοι από «δωρεές» γονέων, συντάξεις παππούδων και δανεικά φίλων, απλά δεν φτάνουν. Τελικά με χίλιες δυο δυσκολίες, ο μήνας καταφέρνει (μάλλον…) να «βγει», για ξεκινήσουν τα ίδια άγχη και ζόρια τον επόμενο. Και με το ενδεχόμενο της έξωσης ή της αναζήτησης φθηνότερου σπιτιού/ενοικίου, πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μας. Nice fucking life ε;
Γιατί άραγε συμβαίνει όλο αυτό; Από που αλήθεια πηγάζουν το θράσος και οι παράλογες απαιτήσεις των ιδιοκτητών ακινήτων; Γιατί τα ενοίκια εξακολουθούν να είναι απλησίαστα, την ώρα που οι μισθοί της εργατικής τάξης είναι στον πάτο; Και εν τέλει, ποιος κανονίζει ώστε αυτοί οι μισθοί να καλύπτουν οριακά το ενοίκιο, τον λογαριασμό ρεύματος και (ενίοτε…) μόνο κάποιες άλλες βασικές μας ανάγκες;
Η μεσαία τάξη, το κράτος και η στεγαστική πολιτική
Αρχικά, νομίζουμε ότι θα ήταν λάθος να θεωρήσουμε όλους αυτούς που μας νοικιάζουν τα ακίνητα τους, ως κάποια μεμονωμένα άτομα που έχουν τα ενοίκια στα ύψη μόνο και μόνο επειδή είναι «αναίσθητοι» και «παλιάνθρωποι». Όχι, όλοι αυτοί οι τύποι ανήκουν σε μια συγκεκριμένη τάξη, την μεσαία τάξη των ιδιοκτητών.
Ως μέλη της μεσαίας τάξης, προσφέρουν τις δικές τους υπηρεσίες στο κράτος συμβάλλοντας στην επιτήρηση και πειθάρχηση της εργατικής τάξης, είτε ως αφεντικά στην δουλειά, είτε ως «μπάτσοι» δίπλα στους «κανονικούς» μπάτσους στις γειτονιές (τελευταίο «παράδειγμα» η επιτήρηση που φάγαμε κατά την διάρκεια τη καραντίνας), είτε τέλος ως ιδιοκτήτες που ζητούν απειλητικά το νοίκι.
Φυσικά το κράτος εκτιμά τον ρόλο και την συμβολή των μικρο/μεσοαστών ιδιοκτητών στην πειθάρχηση της εργατικής τάξης και στην διατήρηση (με τον βούρδουλα!) της «κοινωνικής συνοχής». Και φροντίζει με κάθε τρόπο να τους επιβραβεύει, επιδοτώντας την περιουσία τους και διευρύνοντας το πεδίο των (μικρο)εξουσιών τους πάνω στην εργατική τάξη. Να μερικά παραδείγματα:
Η χαμηλή φορολογία στα έσοδα των ιδιοκτητών ακινήτων από τα ενοίκια, η οποία φυσικά είναι έτσι ρυθμισμένη ώστε να βγαίνουν ταυτόχρονα κερδισμένοι τόσο οι ιδιοκτήτες, όσο και το κράτος.
Η συνεχής δημιουργία από το κράτος «ευκαιριών» και συνθηκών, ώστε τα ακίνητα των ιδιοκτητών να μην μένουν ανεκμετάλλευτα. Για παράδειγμα, το με κρατικό σχέδιο τιγκάρισμα της ελληνικής επαρχίας με κάθε είδους «πανεπιστήμιο», που για τους ντόπιους ιδιοκτήτες σημαίνει απ’ ευθείας χρήμα από (φοιτητικά) ενοίκια. Επίσης, διάφορα κρατικά «προγράμματα» μέσω των οποίων οι ιδιοκτήτες επιδοτούνται/πληρώνονται είτε για να ανακαινίσουν τα ακίνητα τους και στη συνέχεια να τα νοικιάσουν, είτε για να «αξιοποιήσουν» τα αδιάθετα ακίνητα τους, «φιλοξενώντας» διάφορες «ευάλωτες κοινωνικές ομάδες» (πχ μετανάστες, άστεγους, αιτούντες άσυλο κ.ο.κ.)
Το επίδομα ενοικίου με το οποίο το κράτος υποτίθεται ότι ενισχύει την εργατική τάξη προκειμένου να πληρώσει το ενοίκιο. Στην πραγματικότητα πρόκειται για απ’ ευθείας κρατική επιδότηση των μικρο/μεσοαστών ιδιοκτητών η οποία φεύγει απ’ τα κρατικά ταμεία και καταλήγει στην τσέπη τους. Και φυσικά πρόκειται για μια επιδότηση που αυξάνει ισόποσα το εκάστοτε ενοίκιο που καταβάλει η εργατική τάξη.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ακόμα και οι διάφορες «ειδήσεις» που αναπαράγονται κατά καιρούς από τα media., σύμφωνα με τις οποίες «αναμένεται αύξηση των ενοικίων» στην τάδε περιοχή, εκπορεύονται από το ίδιο το κράτος και ουσιαστικά «κλείνουν το μάτι» στους ιδιοκτήτες ακινήτων. Οι οποίοι σαν σε «αυτοεκπληρούμενη προφητεία», ανεβάζουν τα ενοίκια.
Αν θέλουμε λοιπόν να καταλάβουμε τον λόγο για τον οποίο τα ενοίκια έχουν φτάσει στον Θεό και οι ιδιοκτήτες των ακινήτων μας κάνουν την ζωή πατίνι, δεν έχουμε παρά να κοιτάξουμε στην σχέση κράτους – μεσαίας τάξης, όπως την περιγράφουμε παραπάνω. Και αμέσως μετά να κοιτάξουμε και τις εποχές στις οποίες ζούμε.
Στεγαστική πολιτική σε καιρούς πολεμικής οικονομίας
Οι εποχές στις οποίες ζούμε είναι εμπόλεμες. Την στιγμή που μιλάμε διεξάγεται μια παγκόσμια διακρατική σύγκρουση, όπου με το παλαιό σύστημα διεθνών σχέσεων να έχει καταρρεύσει, ο Κόσμος «ξαναμοιράζεται» μεταξύ των εθνών-κρατών και κάθε κράτος προσπαθεί να πάρει ότι θεωρεί ότι του «αναλογεί». Η σύγκρουση αυτή είτε είναι ήδη ένοπλη, με διάφορα κράτη να έχουν εμπλακεί σε «κανονικό» πόλεμο μεταξύ τους, είτε διεξάγεται προς το παρόν μόνο με «ειρηνικά» μέσα, δηλαδή με εμπορικό πόλεμο μεταξύ των κρατών.
Στα πλαίσια της παραπάνω σύγκρουσης κάθε κράτος «κλείνεται στον εαυτό του» και η οικονομία του μετατρέπεται σε αυτό που ονομάζεται «οικονομία πολέμου». Σε μια οικονομία πολέμου, ένα από τα βασικά μελήματα του κράτους είναι θα λέγαμε ο απόλυτος (πλέον) έλεγχος του τρόπου αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης και επιβίωσης της εργατικής τάξης. Το κράτος θέλει με άλλα λόγια να έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο για το πως θα τραφούν, πως θα ντυθούν και πως θα στεγαστούν χιλιάδες εργάτες και εργάτριες.
Μέσω του ελέγχου της κατανάλωσης της εργατικής τάξης, το κράτος μπορεί να συσσωρεύει στα ταμεία του χρήμα, το οποίο δύναται να… «αξιοποιηθεί» σε «εθνικά επωφελείς» δραστηριότητες, όπως (πρωτίστως) η αγορά όπλων καθώς και η στήριξη άλλων «κρίσιμων» (κατά την γνώμη του κράτους) τομέων της οικονομίας και εθνικών αφεντικών. Αυτή η συσσώρευση χρήματος – ουσιαστικά ή αφαίμαξη των μισθών της εργατικής τάξης – λαμβάνει χώρα κυρίως μέσω του πληθωρισμού και του σταθερά υψηλού Φ.Π.Α στα είδη πρώτης ανάγκης τα οποία έχουν καταστεί πανάκριβα, καθώς και μέσω των λογαριασμών ρεύματος. Επιπλέον, για το μικρό κομμάτι της εργατικής τάξης που παρόλα αυτά καταφέρνει να αποταμιεύσει ένα μέρος του μισθού του, αυτό εξακολουθεί να παραμένει σε κρατικά χέρια (Τράπεζες) και δύναται επίσης να «αξιοποιηθεί» ανά πάσα στιγμή.
Θα πείτε τώρα και με το δίκιο σας, «καλά όλα αυτά, αλλά τι σχέση έχουν με τα υψηλά ενοίκια». Εκ’ πρώτης όψεως καμία, ωστόσο αν το σκεφτούμε λίγο καλύτερα, είναι το ίδιο το κράτος που κανονίζει ώστε τα ενοίκια να είναι τόσο υψηλά. Κατ’ αρχήν να μην ξεχνάμε ότι η στέγαση για την εργατική τάξη, δεν είναι κάποιο αφηρημένο «δικαίωμα», όπως προσπαθεί να μας πείσει η ντόπια αριστερά, αλλά «είδος πρώτης ανάγκης» το οποίο δεν γίνεται να μην «καταναλωθεί». Το ύψος του ενοικίου καθώς και το ύψος του λογαριασμού του ηλεκτρικού ρεύματος είναι έτσι ρυθμισμένα λοιπόν από το ίδιο το κράτος ώστε να «τρώνε» περίπου το 80% του μέσου εργατικού μισθού. Το υπόλοιπο 20% κατευθύνεται στα υπόλοιπα «είδη πρώτης ανάγκης», που ως επί το πλείστων παράγονται από τα ντόπια αφεντικά.
Το να διατηρούνται τα ενοίκια στα σημερινά απλησίαστα επίπεδα που όλοι και όλες γνωρίζουμε, συνεπάγεται για το κράτος ένα σωρό… win καταστάσεις: Τα ενοίκια καταβάλλονται στους μικρο/μεσοαστούς ιδιοκτήτες, συντηρούν επί της ουσίας την μεσαία τάξη και ενισχύουν την σχέση της με το κράτος όπως την περιγράψαμε παραπάνω. Υψηλότερα ενοίκια, σημαίνει υψηλότερα έσοδα για τα κρατικά ταμεία από τους αντίστοιχους φόρους. Σημαίνει επίσης – το έχουμε ήδη πει – την διάθεση του υπόλοιπου του εργατικού μισθού στην αγορά «ντόπιων» προϊόντων. Και επιπλέον σημαίνει και περαιτέρω πειθάρχηση για την εργατική τάξη η οποία πεταγμένη στα σκοινιά, στα όρια της επιβίωσης και με το νοίκι σαν έναν από τους βασικούς «βραχνάδες» και έγνοιες της καθημερινότητας, αναγκαστικά κάθεται κι άλλο «στ’ αυγά της». Και ταυτόχρονα «εκπαιδεύεται» στο να ζει σε συνθήκες (τεχνητής) υλικής σπάνης. «Εκπαιδεύεται» στο να ζει με όλο και λιγότερα.
Ότι ζούμε είναι ταξικός πόλεμος
Όλα όσα αναφέρουμε παραπάνω, μην έχετε καμία αμφιβολία, για το κράτος είναι κυνικές, «απρόσωπες» αποφάσεις που προέρχονται από ψυχρούς υπολογισμούς πάντα με βάση το τι θεωρείται «εθνικά ωφέλιμο», δηλαδή ωφέλιμο για τα ντόπια αφεντικά, τους εμπόλεμους καιρούς που ζούμε. Ειδικά για τα ενοίκια λοιπόν, το κράτος κρίνει σκόπιμο να διατηρούνται στα ύψη. Και όσο για την εργατική τάξη; Ας επιβιώσει όπως μπορεί.
Και καθώς σαν εργατική τάξη τρώμε το πακέτο του αιώνα, απ’ την μια είναι σε πλήρη εξέλιξη και μια εκστρατεία κατασυκοφάντησης και εξευτελισμού μας από τους ρουφιάνους των media. Οι οποίοι, αν δε το έχετε καταλάβει μιλάνε για εμάς σαν να είμαστε κοινωνικά αποβράσματα: «παραβατικές», «βίαιοι χούλιγκαν», «ανεύθυνες μητέρες», «τεμπέληδες», «μη παραγωγικοί». Και απ΄ τη άλλη, βλέπουμε το κράτος μας να αγοράζει όπλα σαν να μην υπάρχει αύριο και να χώνεται όλο και πιο πολύ στην παγκόσμια σύγκρουση.
Το νιώθουμε. Αυτό που ζούμε, η αύξηση του κόστους ζωής, το νοίκι που δε βγαίνει, η συνεχής υποτίμηση μας, οι πολεμικές προετοιμασίες του καλού μας κράτους, είναι ταξικός πόλεμος, κηρυγμένος μάλιστα μονομερώς από το κράτος και τους φίλους του. Κάπου basta όμως. Δεν θα δουλεύουμε 10 ώρες την μέρα για να πληρώνουμε νοίκι, ΔΕΗ, και να τρώμε ψωμί και νερό. Δεν θα βουλιάξουμε στα αντικαταθλιπτικά και στα αγχολυτικά επειδή κάποιοι μας ζητάνε το νοίκι με το πιστόλι στον κρόταφο. Δε θα σκύβουμε το κεφάλι για να ακούμε τον κάθε ρουφιάνο των media να λέει για εμάς τα χειρότερα. Και στο τέλος, όχι, δεν θα γίνουμε κρέας για τα κανόνια, για το «καλό της πατρίδας».
«Αυτοί», είναι ήδη οργανωμένοι και είναι οργανωμένοι εναντίον μας. Πρέπει να βρεθούμε και εμείς αδέρφια. Πρέπει να μιλήσουμε για τα ζόρια που τραβάμε και να οργανωθούμε και εμείς. Να τους στείλουμε στον αγύριστο. Και να απαιτήσουμε πρωτίστως σεβασμό. Το ξέρουμε ότι είναι δύσκολο, το ξέρουμε ότι η ζωή «τρέχει» σαν τρελή, αλλά εδώ πρόκειται για την επιβίωση και την αξιοπρέπεια μας.
Να βρεθούμε λοιπόν, να μιλήσουμε.
Άλλωστε ισχύει από πάντα: Ό,τι έχουμε είμαστε Εμείς.
Τα λέμε στη γύρα.
Κατεβάστε ολόκληρη την προκήρυξη σε μορφή pdf πατώντας εδώ.