Πλυντηρέξ σε κάθε πλύση
με το απορρυπαντικόΠλυντηρέξ η μόνη λύση
[Διαφήμιση συμπληρωτικού πλύσεων από τα υπέροχα 80s]
για πλυντήριο γερό!
Η ζωή στις κοινωνίες του ώριμου καπιταλισμού είναι στην κυριολεξία μαγική. Πάρτε για παράδειγμα τα γεγονότα των τελευταίων μηνών. Μηχανισμοί πειθάρχησης που θα κάνανε τον Μισέλ Φουκώ να το βάλει στα πόδια μπήκαν σε κίνηση. Πολλοί συνάνθρωποί μας δέχτηκαν σχεδόν από μόνοι τους να κάτσουν μες το σπίτι δυο μήνες, φαινομενικά γιατί ο Χαρδαλιάς είχε φορέσει ένα μπουφάν που είχε περισσέψει από τα γυρίσματα του top gun και τους έκανε γκριμάτσες από την τηλεόραση. Τελικά κόπηκαν πάλι οι μισθοί.
Και μετά από αυτά, οι ίδιοι που χέστηκαν με τον μεταμφιεσμένο Χαρδαλιά, παριστάνουν ότι δεν έτρεξε τίποτα!
Θα θέλαμε να μιλήσουμε για αυτή την συνεννοημένη λήθη, αλλά δυσκολευόμαστε να το κάνουμε σε στυλ δοκιμίου. Επιτρέψτε μας λοιπόν καταρχήν να καταφύγουμε στον πολυαγαπημένο μας εμπειρισμό. Και πιο συγκεκριμένα, στη συνάντησή μας με μέλη ακατανόμαστης αριστερής οργάνωσης που κολλούσαν την καινούρια τους αφίσα. Την κοπέλα με την οποία μιλήσαμε θα την πούμε Μαίρη, αν και δεν γνωρίζουμε το όνομά της. Όπως θα καταλάβετε, η Μαίρη ανήκει στα κατώτερα επίπεδα της οργάνωσης.[1] Η Μαίρη, που λέτε, όταν έπεσε πάνω μας (παρέα με μια πολύ λιγότερο ομιλητική φίλη της που προφανώς την είχε σακουλευτεί), ήταν απασχολημένη να κολλάει μια αφίσα που εμάς μας φάνηκε ότι ήταν τίγκα στους μαλάκες με μάσκες. Και μιας και είχε πέσει πάνω μας, κι εμείς, όπως ξέρετε, είμαστε άνθρωποι κοινωνικοί, και ιδιαιτέρως ομιλητικοί και κάργα συμπαθητικοί, ακριβώς όπως και η Μαίρη, ακολούθησε συναρπαστικός διάλογος:
antifa: Τι κολλάτε ρε συντρόφισσες;
Μαίρη: Είναι αφίσα για το φεστιβάλ που θα οργανώσουμε!
antifa: Α, και πού θα γίνει αυτό;
Μαίρη: Είναι μια μετακινούμενη εκδήλωση που θα γίνει σε πολλά μέρη, στην Πάτρα, στον Βόλο κλπ, θα έχει καλλιτέχνες [απαριθμεί αναλυτικά τους καλλιτέχνες], θα γίνει και στην πλατεία Πρωτομαγιάς. Αν έρθετε θα έχει και δυνατότητα οικονομικής στήριξης της οργάνωσης. Θα έρθετε;
antifa: Εεε… Όχι.
Μαίρη: Γιατί όχι;
antifa: Γιατί δεν στηρίζω οικονομικά οργανώσεις που προωθούν τη χρήση μάσκας.[2]
Μαίρη: Ποιας μάσκας;
antifa: Μάσκες δεν είναι αυτά στην αφίσα;
Μαίρη: Όχι καλέ! Αυτά είναι μαντίλια που φοράνε οι εξεγερμένοι στην Αμερική με το μπλακ λάιβς μάτερ!
antifa: Μα όχι καλή μου συντρόφισα, αυτά είναι μάσκες. Να, αν προσέξεις το γραφιστικό, έχουν και σκοινάκια που πιάνουν στο αυτί. Ετούτο εδώ είναι το άγαλμα της ελευθερίας με μάσκα κι αυτούνα τα αθρωπάκια (sic) εδώ κάτω είναι γιατροί με μάσκες. Γι’ αυτό, άμα δεις, έχουν όλοι τσεπάκια στο μπούστο.
Μαίρη: (κοιτάζει σιωπηλά το γραφιστικό της αφίσας που έως τότε κολλούσε ανέμελα στους τοίχους)
antifa: Καλά, έτσι εύκολα σε πιάνουν οι περαστικοί στα μπόσικα καλή μου συντρόφισα; Πώς θα κάνεις δουλειά για την οργάνωση; Για να γίνει σωστή πολιτική προπαγάνδα χρειάζεται να είναι κανείς ετοιμόλογος!
Μαίρη [Ανακτά το σθένος της μπροστά στις προκλήσεις]:Καλά και τι πρόβλημα έχεις εσύ με τη μάσκα;
antifa: Θεωρώ ότι στην πραγματικότητα πρόκειται για μεταμφίεση σε μισότρελλο κρατικό ζόμπι.[3]
Μαίρη: Ε;
Όπως καταλαβαίνετε, η υπόλοιπη συζήτηση με τη Μαίρη δεν πήγε εξίσου καλά, γιατί η Μαίρη γρήγορα αποφάσισε ότι, τελικά, η λιγότερο ομιλητική φίλη της, όσο να ‘ναι, κάτι ήξερε που δεν μιλούσε σε αγνώστους.
Παρόλ’ αυτά, αν είναι να μιλήσουμε για τη λήθη και πώς επιτυγχάνεται, όλα τούτα αποδεικνύονται εξαιρετικά διαφωτιστικά. Που λέτε, για τα άτομα και τη λήθη, είπαμε μια γνώμη στην αφίσα της πολιτικής εκδήλωσης «Το Πείραμα»· η μνήμη, ή είναι συλλογική ή δεν υπάρχει, οπότε από τη σκοπιά των ατόμων και της λήθης τους, ό,τι χρειάζεται να εξηγηθεί εξηγήθηκε: τα άτομα είναι εξ ορισμού ανίκανα για μνήμη. Η συνάντηση με τη Μαίρη όμως, μάς θύμισε ότι η καθολική κοινωνική αυτοπειθάρχηση που χαρακτήρισε τους δύο μήνες του ολέθρου, δεν έγινε άτομο κατ’ άτομο. Γιατί η κοινωνία μας, καθόλου δεν αποτελείται αποκλειστικά από άτομα. Αντιθέτως η κοινωνία μας διαθέτει μια περίπλοκη πολιτική οργάνωση. Αυτή η πολιτική οργάνωση είναι ιστορικό προϊόν και χτίζεται επί δεκαετίες. Εξαιτίας αυτού του μακρόχρονου χτισίματος, είναι μια οργάνωση θαυμαστή στην κλίμακα, στο εύρος και στις δυνατότητες.
Όπως άλλωστε έχουμε σημειώσει πολλές φορές, αυτή η οργάνωση, το λεγόμενο πολιτικό σύστημα, είναι μια σκληρή πυραμίδα μεταμφιεσμένη σε τάχα αυτόνομα μεταξύ τους και αντιμαχόμενα κόμματα, οργανώσεις και οργανωσούλες. Αυτές οι οντότητες, λόγω της παράξενης ιστορίας της χώρας, συνηθίζουν να παριστάνουν την «αριστερά» και τη «δεξιά». Δίχως βέβαια να ξεχνάμε ότι όλα τούτα τείνουν να αλληλεπικαλύπτονται, μπορούμε να απλοποιήσουμε σημειώνοντας ότι η «δεξιά» έχει μαζί της την κληρονομιά του εμφυλίου, δηλαδή τις σχέσεις με τους εφοπλιστές, τους βιομήχανους και τα σώματα ασφαλείας. Η «αριστερά» έχει μαζί της τα συνδικάτα, τη δημοσιοϋπαλληλία, τους καθηγητές πανεπιστημίου και πάει λέγοντας, με ένα ομιλητικότατο τμήμα να έχει μεταμφιεστεί σε επαναστατική άκρα αριστερά.
Συνήθως, δηλαδή υπό κανονικές συνθήκες, αυτοί όλοι παριστάνουν ότι πλακώνονται με διακύβευμα «το μέλλον της χώρας», τον τρόπο επίτευξης «της επανάστασης», τι θα κάνουμε μετά «την επανάσταση», και άλλα παρόμοια. Ανά πάσα στιγμή όμως, τα κόμματα, οι οργανώσεις και οι οργανωσούλες, είναι έτοιμες, αλλά και απολύτως ικανές, να μετατραπούν σε μία και μονολιθική φωνή, σε κράτος, και να παραταχθούν ενάντια στην εργατική τάξη. Αυτή η μετατροπή του τάχα αλληλοσπαρασσόμενου πολιτικού συστήματος σε κράτος είναι πάντα πολύ κακό σημάδι, και συμβαίνει όλο και συχνότερα. Συνέβη στα μακεδονικά συλλαλητήρια του 1992, στην ελληνοσερβική φιλία του 1995, στο αντιπολεμικό κίνημα του 2003, στο κίνημα της αντιπαγκοσμιοποίησης, πρόσφατα στις πλατείες των αγανακτισμένων, και τελευταία και πιο ξεδιάντροπα, κατά τη διάρκεια της δουλικής υποταγής στις «επιταγές των ειδικών», δηλαδή της δουλικής υποταγής στο κράτος που είχε προσλάβει τους ειδικούς με στόχο να διαχειριστεί το τελευταίο ξέσπασμα της καπιταλιστικής κρίσης.
Το σημείο κλειδί σε όλα αυτά, που θα έπρεπε να το έχουμε καταλάβει από το 1992, αλλά το καταλάβαμε για τα καλά φέτος, είναι ότι στην δημοκρατική κοινωνία μας δεν υπάρχει τρόπος να μιλήσει κανείς πέρα από αυτές τις οργανώσεις, πέρα από αυτό το πολιτικό σύστημα που όποτε χρειαστεί μετατρέπεται σε κράτος. Οι αλυσίδες είναι βαριές: αν για τα ανθρώπινα όντα ο μόνος τρόπος σκέψης, έκφρασης και δράσης είναι ο συλλογικός, τότε αυτό που λέμε πολιτική είναι το βασικό προαπαιτούμενο κάθε έκφρασης. Και μιας και, όπως αποδείχθηκε πέραν πάσης αμφιβολίας, το πολιτικό σύστημα της χώρας ήταν τελικά το κράτος… καταλαβαίνετε: δύο μήνες υποχρεωτικής απαγόρευσης κυκλοφορίας μπορούν μια χαρά να περνάνε κάτω από το χαλάκι σαν να μην έγιναν, ακριβώς γιατί οι πολιτικές οργανώσεις της χώρας έχουν κάθε συμφέρον να γίνει έτσι ακριβώς.
Η βάση των οργανώσεων, όπως η φιλότιμη συντρόφισσα Μαίρη που προσπάθησε να μας προσηλυτίσει στον υποχρεωτικό αγώνα μασκοφορίας της οργάνωσής της, έχει βέβαια τα συμφέροντά της στη λήθη. Όταν κάποιος έχει δεχτεί την ιεραρχία της οργάνωσης τόσο πολύ που να μην ξέρει τι διάολο έχει απάνω η αφίσα που κολλάει στον ελεύθερο χρόνο του, πώς ακριβώς να φέρει αντίρρηση όταν για κάποιο λόγο αυτή η ιεραρχία αποφασίσει να μετατραπεί σε χούντα; Οι ικανότητες συλλογικής σκέψης, ομιλίας και δράσης έχουν ατροφήσει εκουσίως, και έχοντας κατ’ αυτό τον τρόπο παραχωρήσει βασικά δικαιώματα, η βάση αρκείται στα πινάκια φακής που επιφυλάσσει κάθε ηγεσία για τη βάση της: μια κάποια αίσθηση κοινότητας, ένα κάποιο αντίδοτο στη μοναξιά, μια κάποια κίβδηλη ασφάλεια βασισμένη σε αυτονόητα και προκάτ σκέψεις, και στο τέλος, για τους πολύ τυχερούς, ένας κάποιος διορισμός. Με μια έννοια είναι «ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο», που λένε, να θέλει κανείς να ξεχάσει τις στιγμές της ξεφτίλας του. Το πράγμα γίνεται λιγουλάκι παράξενο όταν οι στιγμές της ξεφτίλας πυκνώνουν τόσο, που στο τέλος πρέπει να ξεχάσεις τη ζωή σου όλη· αλλά τα ‘χει αυτά η κρίση, είναι ζόρικο πράμα.
Για να περάσουμε στα όχι και τόσο ανθρώπινα, αυτή τη στιγμή οι ηγεσίες, δηλαδή το σύνολο του πολιτικού συστήματος, ξεπλένουν τα πεπραγμένα των τελευταίων μηνών με τα καλύτερα απορρυπαντικά. Το αριστερό τμήμα καταφεύγει στα «σκάνδαλα» και την «επίθεση που δέχεται ο κόσμος της εργασίας», λες και δεν την κανόνισαν αυτή την επίθεση παρέα με τους «δεξιούς», τότε που μας είπαν ότι έπρεπε «να μείνουμε σπίτι». Το δεξιό τμήμα, από τη μεριά του, καταφεύγει στα ίδια σκάνδαλα, στην «ρεαλιστική αντιμετώπιση της κρίσης» και στο παλιό καλό αστυνομικό δελτίο: εδώ ο θίασος τεράτων της κοινωνίας του θεάματος παρελαύνει σε πλήρη παράταξη. Ψευτογιατροί, λεσβίες με τάσεις παιδεραστίας, σέξυ βιτριολίστριες και απαραιτήτως Σουδανοί βιαστές, ψέλνουν συντονισμένα τον παιάνα «οι μπάτσοι είναι καλοί – είναι πολύ καλοί – είναι απαραίτητοι και συμπαθητικοί». Τελικά, «δεξιοί» και «αριστεροί», οι ίδιοι που κατέληξαν όλοι μαζί ότι ο τρομερός ιός μεταδίδεται κατά βάση λόγω της παράξενης κοινωνικότητας των τσιγγάνων, βρέθηκαν να θαυμάζουν την «εξέγερση των μαύρων στις ΗΠΑ» και να φρικιούν μπρος στους μπάτσους· φυσικά τους μπάτσους των ΗΠΑ. Αυτό κι αν τους έκατσε τέλεια για να ξεπλύνουν τις παλιόφατσές τους από δύο μηνών δουλικό γλύψιμο των εγχώριων μπάτσων με μπλε και άσπρες στολές!
Λογικά όλα αυτά. Οι αρχηγοί που δυο μήνες χύνανε σάλια στα φέισμπουκς καταδίδοντας εμάς τους υπόλοιπους για «έλλειψη κοινωνικής ευθύνης», «συνωμοσιολογία», «θέσεις άνω ποταμών» και παλιά καλή βλακεία (το τελευταίο μόνο σε στιγμές καλής προαίρεσης), προφανώς δεν μπορούν πια να τα πάρουν πίσω. Πρώτον, γιατί αυτό που έκαναν δημοσίως και επωνύμως επί δύο μήνες, ήταν μια απαραίτητη δουλειά που δεν θα μπορούσε να έχει κάνει η αστυνομία απο μόνη της: η πειθάρχηση και ο εκφοβισμός όποιου παρέμενε καχύποπτος μπροστά στις αφηγήσεις περί τρομερού ιού. Δεύτερον, γιατί αυτή η δουλειά ήταν ρουφιανιά με τα ούλα της, και η ρουφιανιά παραμένει μια ενασχόληση ιδιαιτέρως δύσοσμη γενικώς, και ιδιαιτέρως ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του αντικαπιταλιστή επαναστάτη ειδικώς. Τρίτον, γιατί αυτή η ρουφιανιά δεν ήταν από τις μικρές: χάρη σε δαύτους το σύνολο της εργατικής τάξης έφαγε μείωση μισθών κατά το εν τρίτον δίχως να ανοίξει ρουθούνι. Και τέταρτον, γιατί η δουλειά δεν έχει τελειώσει, οπότε θα χρειαστεί να συμπεριφερθούν πανομοιότυπα και στο μέλλον.
Γιατί, ω ναι, το κράτος και οι ρουφιάνοι του δεν έχουν τελειώσει με την πάρτη μας. Απολαύστε λοιπόν το διανοητικό λουτρό της λήθης σαν να ‘ταν παλιά διαφήμιση του πλυντηρέξ στο you tube. Νέα κυλίσματα σε ακόμη βαθύτερες λάσπες αναμένουν στο μέλλον.
Οι βάσεις δεδομένων των αφεντικών ξεφτιλίζονται (once more)
Δυστυχώς δεν μπορούμε να βρούμε τη σωστή διαφήμιση του πλυντηρέξ στο You tube. Οπότε τις νότες του τετράστιχου δεν θα τις μάθετε ποτέ. Αρκεστείτε σε ετούτο εδώ https://www.youtube.com/watch?v=0LSWPxIE-tg, αλλά όχι δίχως ένα μικρό χαμόγελο. Βρισκόμαστε μπροστά σε άλλη μια περίπτωση όπου το απαράμιλλο βάθος των αυτόνομων αναλυτικών εργαλείων μετατρέπει τις μπάρες της γνώσης σε idiots savants! Για την προηγούμενη φορά που ξεφτιλίσαμε τις μπάρες της γνώσης, δείτε εδώ https://autonomeantifa.gr/ta-nea-toy-pyrina-aytonomon-dafnioy-o-m/, υποσημείωση 2.
[1] Έχουμε ξαναμιλήσει για τη σχέση βάσης και ηγεσίας των ελληνικών «επαναστατικών οργανώσεων» στο «Περί της Αλληλεγγύης σε Λαούς που δεν Γνωρίζουμε και περί των Αντίστοιχων Ιεραρχιών», Antifa #64, 3/2019, http://antifascripta.net/speaking/speaking64/tabid/318/Default.aspx. Τότε μας είχαν αποκαλέσει «υπερβολικούς», αλλά τώρα αποδεικνύεται ότι στην πραγματικότητα ήμασταν υπέρ του δέοντος καλοπροαίρετοι. Μας συμβαίνει συχνά, γιατι τελικά, στους καιρούς μας, φαίνεται πως ο κυνισμός ποτέ δεν είναι όσος χρειάζεται για να οδηγήσει σε στοιχειωδώς ρεαλιστικές εκτιμήσεις.
[2] Για περισσότερους λόγους που μας κρατούν μακριά από τα αντικαπιταλιστικά φεστιβάλ», δείτε τη μπροσούρα Autonome Antifa, Ο Εθνικοσοσιαλισμός και οι Εχθροί του: Τι Καταλάβαμε από τη Σχολική Αντιφασιστική Μάχη του Νοέμβρη του 2018, Αθήνα, 2019. Τώρα που εξαντλήθηκε, την έχουμε και ολόκληρη, εδώ https://autonomeantifa.gr/o-ethnikososialismos-kai-oi-echthroi-toy/.
[3] Αυτή είναι μια φράση που μπορεί να σου έρθει πρόχειρη σε προφορικό λόγο, μόνο αν προηγουμένως την έχεις γράψει πεντέξι φορές με διάφορες αφορμές.