Μια χαλαρή καθημερινή βράδυ. Είμαστε αραχτοί και περιμένουμε να σκάσουν οι δικοί μας. Λέγαμε να βάψουμε ένα μικρό παρκάκι, έτσι σαν κάτι πιο δημόσιο, πέρα από τα διάσπαρτα συνθήματα που ρίχναμε βδομάδα τη βδομάδα. Τελικά μαζευτήκαμε κάμποσοι. Και οι μόνοι που περιμένουμε ακόμα είναι δυο φιλαράκια απ’ αλλού, και συγκεκριμένα απ’ την άλλη άκρη της πόλης. Περνάει η ώρα και αρχίζουμε να αναρωτιόμαστε που μπορεί να είναι καθώς είχαν αργήσει λίγο. Ρε ας τους πάρουμε ένα τηλέφωνο λέει κάποιος, και εκείνη την ώρα που πληκτρολογούμε τον αριθμό, ξαφνικά εμφανίζονται δύο μηχανάκια, τίγκα ανάποδα στον κεντρικό μονόδρομο να έρχονται προς τα εμάς. Κοιτάμε λίγο αποσβολωμένοι, και καθώς κατεβαίνουν από τα παπιά λένε κι οι δύο: Καλά ρε, τι δρόμοι είναι αυτοί στον Πειραιά;
Κομματάκι ζόρι όντως να τραβηχτείς στον Πειραιά αν δεν είσαι από εκεί ή αν δεν έχεις κάποιο σημείο αναφοράς, πόσο μάλλον για να αράξεις, αλλά ας είναι. Άλλωστε έχουμε μεγαλώσει μέσα σε αυτό. Μάθαμε να ζούμε με την φράση: «Καλά ρε που Πέφτει ο Πειραιάς;» Όπως έχουμε μάθει κάμποσα χρόνια τώρα, να ζούμε με τη φράση «Ο Πειραιάς είναι γεμάτος φασίστες» ή «στον Πειραιά η μάχη έχει χαθεί προ πολλού». Πως ο Πειραιάς, η πόλη μας και οι γειτονιές μας, είναι παρατημένες. Προσπάθησαν να μας πείσουν πως κουμάντο στην περιοχή έκαναν οι ναζί και όσοι τους γούσταραν, ότι είχαν τις πλάτες της αστυνομίας και ότι κανείς δεν μπορούσε να μιλήσει και να τους κουνηθεί. Ότι εξαρχής η περιοχή έχασε και χάθηκε. Είναι όμως όντως έτσι;
Δεν νομίζουμε. Απεναντίας, είμαστε πεπεισμένοι, ότι συμβαίνει κάτι τελείως διαφορετικό. Ούτε παρατημένες πόλεις και γειτονιές υπάρχουν, ούτε γειτονιές που γεννιούνται με το α ή β πολιτικό πρόσημο εξαρχής. Για να ακριβολογούμε, αντιλαμβανόμαστε τα μέρη που ζούμε και γυρνάμε, τα μέρη που συναναστρεφόμαστε και φτιάχνουμε τις σχέσεις μας, την καθημερινότητα μας, ως ένα διαρκές πεδίο σύγκρουσης. Ως μια μάχη μέρα τη μέρα, για το ποιος θα επικρατήσει, από τους τοίχους μέχρι τα βλέμματα. Ειδικά την τελευταία δεκαετία το έχουμε φάει με το κουτάλι όλο αυτό και έχουμε δει με τα ίδια μας τα μάτια τι συμβαίνει σε κάθε γειτονιά, σε κάθε πόλη απ’ άκρη σ’ άκρη.
Κάπως έτσι είμαστε και εμείς. Άνθρωποι που μένουμε στον Πειραιά και στις γύρω περιοχές, άνθρωποι που γουστάρουμε να κάνουμε πράγματα εδώ, που γουστάρουμε οι γειτονιές μας να είναι Antifa, άνθρωποι που τσιγκλάμε αυτό το πεδίο σύγκρουσης, πολώνοντας το και κοιτάζοντας να βρούμε κι άλλες σαν κι εμάς. Και κάπως έτσι έχουμε μια δουλειά να κάνουμε. Να αφήνουμε το στίγμα μας στην πόλη με διάφορους τρόπους, να μιλάμε για μας και για λογαριασμό μας. Με τα δικά μας λόγια για εμάς τους ίδιους. Με τα graffiti μας, με τα κείμενα μας, με τα συνθήματα στους τοίχους, με τα αυτοκόλλητα μας. Και όσο το κάνουμε αυτό, τόσο ανακαλύπτουμε πως έχουμε πράγματα να πούμε. Όσο προχωράμε, τόσο βλέπουμε να χτίζονται οι φίλοι αλλά και οι εχθροί μας, έτσι κι αλλιώς αυτό συμβαίνει πάντα. Όσο κινούμαστε, τόσο βρίσκουμε κι άλλες ίδιες με εμάς φιγούρες. Και τελικά να που όλο και κάτι κινείται, ακόμα και στις δήθεν «παρατημένες γειτονιές». Εκεί που δήθεν «η μάχη χάθηκε». Πάντα υπήρχε κάτι να κινείται βασικά, απλά εξαρτάται που είναι το βλέμμα σου στραμμένο, από ποια οπτική γωνία κοιτάς.
Α! και κάτι τελευταίο. Νοτιοδυτικά πέφτει ο Πειραιάς. Και άμα μπεις στην πόλη από τον κεντρικό μονόδρομο, θα γράφει κάπου στην αρχή του: Πόλεμος Ενάντια Στο Φόβο! Μία μικρή φράση, που συμπυκνώνει όλα τα παραπάνω σε λίγες λέξεις. Που δείχνει τη δική μας θέση σε αυτή την καθημερινή μάχη που εξελίσσεται γύρω μας. Άλλωστε, είναι μια δουλειά που θέλουμε και μας αναλογεί να κάνουμε. Κανείς δεν ξέρει ποια θα είναι η κατάληξη, όπως και σε όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας, όσο ο κόσμος που ξέραμε γκρεμίζεται πάνω απ’ τα κεφάλια μας. Και όπως μας αρέσει να λέμε, ποντάροντας στη δική μας πλευρά: The future is still unwritten!
Για επικοινωνία, στείλτε μέηλ στο [email protected]