Το πρωινό ξυπνητήρι είναι πιο σκληρό κι από σφαλιάρα στα μούτρα. Ειδικά αν σε περιμένει σχολείο. Απ’ την πρώτη στιγμή που ανοίγεις τα μάτια, αναζητάς κουράγιο να την παλέψεις γι’ ακόμη μια μέρα. Γιατί ξέρεις καλά τι έχεις να φας στη μάπα: τους γονείς που πιέζουν για περισσότερο διάβασμα, τους καθηγητές που σε βομβαρδίζουν με τις ίδιες μαλακίες στην επανάληψη, τον διευθυντή που ψάχνει αφορμή για μανούρα, τα φυτά με το παρουσιολόγιο στο χέρι, τα φασιστάκια που νομίζουν ότι μπορούν να λένε ό,τι κατέβει στο σάπιο κεφάλι τους.
Όλοι μας έχουμε βρεθεί σ’ αυτή τη θέση. Κι όμως, όλοι πάντα βρίσκουμε το κουράγιο να την παλέψουμε. Και δεν μας το δίνει ούτε η αγάπη μας για τα Αρχαία Ελληνικά στις οκτώ το πρωί, ούτε το πάθος για τη ασκήσεις φυσικής όταν τα μάτια κλείνουν απ’ τη νύστα. Μας το δίνουν οι δικοί μας. Κι οι δικές μας.
Η γνώση ότι οι παρέες μας μιλάνε χίλιες γλώσσες. Η αίσθηση ότι είτε θα τα φέρουμε βόλτα όλοι μαζί είτε θα πέσουμε χώρια. Η αντίληψη ότι το να πηγαίνεις κόντρα είναι μονόδρομος. Η απόφαση να μη χαμηλώνουμε το βλέμμα όταν τα πράγματα σκουραίνουν.
Κι είναι και κάτι ακόμα. Είναι η απόλαυση που πηγάζει απ’ τις αμέτρητες κοινές μας ιστορίες. Τα βράδια που παραπατάγαμε απ’ το αλκοόλ, τα πρωινά που την κοπανήσαμε απ’ το σχολείο, τα ψειρίσματα όταν δεν έπαιζαν φράγκα, οι τράκες, οι καψούρες, τα ψέματα στους γονείς, τα ξενύχτια, τα βαψίματα, οι καυγάδες.
Το ξυπνητήρι ουρλιάζει σαν τρελό κι έπειτα το κουδούνι τσιρίζει ακόμη χειρότερα. Αλλά για ακόμη μια μέρα θα το βρούμε το κουράγιο. Όσο περισσότερο μας σπρώχνουν στον πάτο, τόσο η κοινότητα που χτίζουμε με πρώτη ύλη τις κοινές εμπειρίες μας κάνει να κρατάμε το κεφάλι ψηλά. Όσο περισσότερο προσπαθούν να μας πείσουν ότι δεν αξίζουμε μία τόσο περισσότερο νιώθουμε περήφανοι για τις κουλτούρες, τις μουσικές και τις ιστορίες μας.
Στο κάτω-κάτω, αυτοί μπορεί να έχουν ξυπνητήρια. Εμείς όμως έχουμε ο ένας την άλλη. Έχουμε τις νύχτες.