Η συζήτηση περί «στρατοπέδων» και «ξένων» αποδεικνύεται όλο και πιο καταπραϋντική.
Πάντως είναι απλή:
Οι ξένοι/πρόσφυγες/μετανάστες εργάτες είναι «πρόβλημα» πανευρωπαϊκής εμβέλειας, οπότε τους χώνουμε σε κέντρα/hotspot/δομές/camps υποδοχής/φιλοξενίας/κράτησης – εν πάση περιπτώσει στα χίλια ονόματα του στρατοπέδου συγκέντρωσης. Εκεί, όχι μόνο δεν ενοχλούν, αλλά τους «βοηθάμε» κιόλας! Άσε που παίρνουμε και κάνα φράγκο αν βρούμε δουλειά σε καμιά ΜΚΟ – εξάρτημα των υπουργείων εξωτερικών και εσωτερικών, υγείας και δημόσιας τάξης!
Είναι όντως καταπραϋντική αυτή η συζήτηση. Γιατί καταφέρνει να εμφανίζεται ως άσχετη από μια άλλη, άρρητη, παράλληλη και εξίσου ανησυχητική. Αυτή η άλλη συζήτηση διεξάγεται στους ΟΑΕΔ όταν ζητάμε κάρτα ανεργίας, στους χώρους εργασίας όταν δίνουμε συνεντεύξεις και όταν πληρωνόμαστε, στα νοσοκομεία όταν ζητάμε φάρμακα και στα σχολεία όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με τις «νέες εκπαιδευτικές πολιτικές».
Αυτή η άλλη συζήτηση είναι επίσης απλή: Όλα τα αφεντικά της χώρας σε όλους τους τόνους τραγουδάνε το ίδιο ρεφρέν: «ΚΑΙ ΧΑΡΗ ΣΑΣ ΚΑΝΟΥΜΕ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΤΕ ΚΑΙ ΔΟΥΛΕΥΕΤΕ!».
Το ενδιαφέρον είναι που οι δύο συζητήσεις (η μία για τους μετανάστες και η άλλη για εμάς τους υπόλοιπους «ωφελούμενους») επικοινωνούν:
Ο κοινός τους παρονομαστής είναι η αίσθηση του στριμώγματος, η επισήμανση τμημάτων του πληθυσμού που περισσεύουν, η αντίληψη της κοινωνίας ως κλειστού δοχείου περιορισμένου όγκου που «δεν μπορεί να τους χωρέσει όλους». Και φυσικά, γι’ αυτούς που δεν χωράνε, ντόπιους ή ξένους, πάντως εργάτες, χρειάζεται μια κάποιου είδους διαχείριση.
Επιστημονική διαχείριση, στους ΟΑΕΔ και στα hot spots.
Αστυνομική διαχείριση, στις πλατείες και στα σύνορα.
Ανθρωπιστική διαχείριση, πάντα μέσω των φιλάνθρωπων ΜΚΟ.
Κρατική διαχείριση. Διαχείριση του κοινωνικού πάτου.